Feugiat nulla facilisis at vero eros et curt accumsan et iusto odio dignissim qui blandit praesent luptatum zzril.
+ (123) 1800-453-1546
info@example.com

Related Posts

Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας

Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον

Περισσότερα

Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/η παρορμητικότητας (ΔΕΠ-Υ) σε παιδιά και ενήλικες

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην

Περισσότερα

Σχολικός εκφοβισμός και παράγοντες ψυχικής ανθεκτικότητας

Ο σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και

Περισσότερα
Title Image
HomeBlog “Η Kρίση Πανικού μου”

“Η Kρίση Πανικού μου”

Η πρώτη κρίση πανικού εμφανίστηκε στα 31 μου χρόνια, όταν χρειάστηκε να μείνω για ένα διάστημα 2 εβδομάδων μόνη μου καθώς εργαζόμουν, ενώ ο άντρας μου μαζί με το παιδί μου πήγαν στο εξοχικό. Για να μην μείνω μόνη μου στο σπίτι, επέλεξα να μείνω στο πατρικο μου μαζί με τους γονείς μου.

Η σκέψη της διαμονής μου στο πατρικό μου με «γύριζε» πίσω στα παιδικά μου χρόνια τα οποία δεν ήταν τα καλύτερα αφού οι γονείς μου υπήρξαν ιδιαίτερα χειριστικοί και περιοριστικοί μέχρι και τα 28 μου χρόνια. Πολλές φορές τους δικαιολογούσα για τη στάση τους γνωρίζοντας πόσο υπερπροστατευτικοί γονείς ήταν και θεωρούσα ότι έτσι εξέφραζαν την αγάπη τους. Ωστόσο δεν μπορούσα να δικαιολογήσω τον εαυτό μου που αντέγραφα εκείνους στο «μεγάλωμα» του παιδιού μου. Σε γενικές γραμμές, πάντα υπήρχε η σύγκρουση μέσα μου για το αν εκείνοι έπρατταν σωστά ή για το αν εγώ δικαίως ήθελα να φύγω από το σπίτι μου αφού ένιωθα καταπιεσμένη.

Κατά τη διάρκεια της 1ης ημέρας στο πατρικό μου όλα έμοιαζαν να είναι φυσιολογικά, ήμουν μόνο κάπως στενοχωρημένη που έλειπε ο άντρας μου και το παιδί μου και το σκεφτόμουν αρκετά συχνά. Ξαφνικά το βράδυ λίγο πριν κοιμηθούμε άρχισα να νιώθω μία εσωτερική αναστάτωση και μελαγχολία. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αυτή η αναστάτωση εξελίχθηκε στη χειρότερη εμπειρία που είχα βιώσει ποτέ. Θυμάμαι πως δεν μπορούσα να καθίσω σε ένα σημείο και περπατούσα γρήγορα μέσα στο σπίτι. Τότε είπα στη μητέρα μου: Δεν είμαι καλά. Κάτι έχω, κάτι μου συμβαίνει… και αυτόματα παραδόθηκα σε αυτό, στο φόβο, στον τρόμο, στην απόγνωση. Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά που ένιωθα πως μπορώ να την ακούσω, τα άκρα μου μούδιασαν ενώ ένιωθα το κεφάλι μου να καίγεται και να ζαλίζομαι. Σκέφτηκα πως πεθαίνω, πως παθαίνω έμφραγμα ή ανακοπή. Από την άλλη αυτό το περίεργο συναίσθημα..σαν να ουρλιάζω μέσα μου. Δεν μπορούσα να το σταματήσω. Η μητέρα μου με κοίταζε και προσπαθούσε να με βοηθήσει. Την είχα πάρει αγκαλιά και της έλεγα επαναλαμβανόμενα: Βοήθησε με, κάνε κάτι, βοήθησε με σε παρακαλώ. Δεν μπορούσα ούτε εγώ ούτε εκείνη να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Δε θυμάμαι πόση ώρα ήμουν έτσι αλλά έμοιαζε σίγουρα με αιωνιότητα. Ξαφνικά όλα σταμάτησαν..ηρέμησα και ξάπλωσα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι είχα πάθει. Προσπαθούσα να σκεφτώ, να το αναλύσω αλλά φοβόμουν μην μου ξανασυμβεί. Την επόμενη μέρα μίλησα με τη γιατρό μου και μου προγραμμάτισε κάποιες αιματολογικές εξετάσεις. Η γιατρός ήταν καθησυχαστική και μου κανόνισε τις εξετάσεις για 2 μέρες μετά.

Ήταν 15 Αυγούστου έτσι πήγαμε με τους γονείς μου σε ένα φιλικό σπίτι ενώ την επόμενη θα πήγαινα για τις εξετάσεις. Όση ώρα βρισκόμασταν εκεί είχα απομονωθεί και σκεφτόμουν συνέχεια τι ήταν αυτό που μου συνέβη. Μιλούσα με τον άντρα μου στο τηλέφωνο, όπου του είχα εξηγήσει τι μου είχε συμβεί αλλά και πάλι ένιωθα εντελώς μόνη μου σε όλο αυτό. Ήθελα να φύγουμε, δεν ένιωθα καλα. Είχε ήδη ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για τη δεύτερη συνεχόμενη κρίση πανικού. Φύγαμε μετά από αρκετές ώρες. Στο δρόμο ζήτησα από τους γονείς μου εμφανώς τρομαγμένη να σταματήσουν κάπου το αμάξι. Βγήκα έξω από το αμάξι και η μητέρα μου πήγε να με ακολουθήσει. Της φώναξα: Μείνε εκεί που είσαι μην με πλησιάζεις! Μετά έκλαιγα κρατούσα το κεφάλι μου και μονολογούσα: Τι μου συμβαίνει…τι έχω..τρελαίνομαι…χάνω το μυαλό μου. Σαν να μην άντεχα εμένα σαν να πάλευα με εμένα, με κάτι μέσα μου. Φόβος για αυτό το άγνωστο που είχε έρθει στη ζωή μου…Μπήκα μέσα στο αμάξι και είπα στους γονείς μου να με πάνε γρήγορα σε ένα νοσοκομείο.

Όλες μου οι εξετάσεις ήταν άριστες και τότε η καρδιολόγος μου είπε τις λέξεις που έδωσαν νόημα σε όλα αυτά τα συμπτώματα..Κρίση πανικού. Μέχρι τότε όλο αυτό…δεν είχε κανένα όνομα και καμία υπόσταση για μένα. Δεν γνώριζα τι είναι η κρίση πανικού, ήξερα μόνο πως εγώ έχω πλέον αλλάξει. Πανικός και μόνο στο άκουσμα. Η ίδια μου συνταγογράφησε ηρεμιστικά και σεροτονίνη που θα έπρεπε να παίρνω σε τακτική βάση. Ήθελα τόσο να ξαναβρώ τον εαυτό μου όπως ήταν πριν που τα πήρα χωρίς δεύτερη σκέψη. Παρόλο που έκανα την αγωγή για αρκετό καιρό οι κρίσεις υπήρχαν ακόμα στην καθημερινότητά μου. Φοβόμουν να απευθυνθώ σε ψυχοθεραπευτή μήπως γίνω χειρότερα αν ξεκινούσα μία διαδικασία εσωτερικής αναζήτησης. Έφυγα από τη δουλεία μου, κλείστηκα στο σπίτι γιατί φοβόμουν να βγω έξω, να οδηγήσω, φοβόμουν ακόμα και στο σπίτι όταν έμενα μόνη μου. Πολλές φορές ένιωθα ότι αποσπώμαι από τον εαυτό μου, τη λεγόμενη δηλαδή αποπροσωποίηση. Άρχισα να γράφω μήπως και μπορέσω να βρω την έξοδο στον λαβύρινθο που υπήρχε στο μυαλό μου, διάβαζα, ενημερωνόμουν αλλά ήμουν ακόμα πολύ μακρια από την «έξοδο».

Όταν πια είχα πάθει αρκετές κρίσεις ώστε να τις συνηθίζω και παρόλο που κάθε νέα κρίση με φόβιζε σκέφτηκα πως κάποτε ήμουν δυνατή, πως έχω αντιμετωπίσει αρκετές δύσκολες καταστάσεις και πως δε θέλω να με καθορίζουν αυτά τα απαίσια συναισθήματα για το υπόλοιπο της ζωής μου. Έπρεπε να ξεφύγω για μένα, για το παιδί μου, για τον άντρα μου, για τη ζωή που έχανα. Και έτσι είπα…: Πάμε λοιπόν πάλι από την αρχή. Βρήκα φίλους μου που είχα χάσει, προσπαθούσα να βγαίνω έξω και να κάνω πράγματα για μένα, προσπαθούσα να μην το σκέφτομαι παρόλο που ήταν αρκετά δύσκολο και όταν ήμουν ήρεμη προσπαθούσα να με αποκωδικοποιήσω, να μου θέσω νέους κανόνες για το φόβο, το θυμό και τη λύπη και έγραψα στον εαυτό μου ένα ενθαρρυντικό κείμενο ώστε να το διαβάσω όταν θα ερχόταν η επόμενη κρίση πανικού.

Μετά από λίγο καιρό αποφάσισα να επισκεφτώ έναν ειδικό κάτι που δεν είχα κάνει μέχρι στιγμής και πάλι λόγω φόβου. Η απόφαση αυτή ήταν και η αποδοχή μέσα μου ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Πολλές φορές μέχρι τότε είχα πει το έχω αποδεχτεί αλλά δεν το είχα κάνει πραγματικά γιατί η ουσιαστική αποδοχή της αλήθειας είναι εξαιρετικά δύσκολη, ειδικά σε ανθρώπους που ζούσαν χωρίς τέτοιου είδους «διαταραχές» και ξαφνικά αυτές εμφανίζονται. Το αποδέχτηκα λοιπόν και αυτό ήταν το πρώτο δικό μου βήμα. Με πονούσε το γεγονός ότι ήξερα πια πως έχω αυτό το πρόβλημα αλλά ταυτόχρονα με πείσμωνε. Επισκέφθηκα τον ψυχοθεραπευτή, του μίλησα για όσα μου συνέβησαν και για την αγωγή που παίρνω. Θυμάμαι να τον ρωτάω αν γίνεται ένας άνθρωπος να τρελαθεί από αυτό και αν πιστεύει ότι είμαι καλά. Η κρίση πανικού είναι μία πολύ συνηθισμένη πλέον αγχώδης διαταραχή η οποία σαφέστατα αντιμετωπίζεται. Είσαι μία χαρά όμως πιέστηκες αρκετά και όχι δεν τρελαίνεσαι. Αυτά και πολλά άλλα που συζητήσαμε ήταν η ώθηση που χρειαζόμουν. Έφυγα από το ιατρείο του ψυχοθεραπευτή νιώθωντας πως έχω τη δύναμη να το παλέψω και να τα καταφέρω. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα και έπρεπε να κάνω για τον εαυτό μου εκείνη την περίοδο. Είπα πως δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτά που μου είπε και τις συμβουλές που μου έδωσε και πως θα πετάξω από πάνω μου την εικόνα του φοβισμένου παιδιού.

Δύο μέρες μετά σταμάτησα κάθε φαρμακευτική αγωγή με δική μου πρωτοβουλία. Δεν είχα κανένα σύμπτωμα απόσυρσης και ένιωσα πολύ δυνατή με αυτή μου την απόφαση. Κατάλαβα πως τα χάπια δεν θα μου έλυναν κανένα πρόβλημα, ήταν απλά μία ανακούφιση σε ό,τι περνούσα. Είπα στον εαυτό μου ότι δεν θα επιτρέψω να ζω με χάπια, δεν τα έχω ανάγκη και ήθελα να δω πως θα είμαι χωρίς αυτά…και ήμουν πολύ καλύτερα. Όταν αποφασίσεις να αποχωριστείς τις κρίσεις πανικού όσα έκανες πριν από αυτές, το πώς ζούσες πριν από αυτές δεν είναι πλεόν αυτονόητο. Χρειάζεται να χτίσεις μέσα σου από την αρχή τις βάσεις. Για παράδειγμα εγώ θεωρούσα αυτονόητο να οδηγώ το αμάξι κάθε μέρα για τις υποχρεώσεις μου, μετά τις κρίσεις χρειαζόμουν να πιστέψω σε μένα πως μπορώ να μπω στο αμάξι και δεν θα πάθω τίποτα, χρειαζόμουν να χτίσω εκ νέου την εμπιστοσύνη με τον εαυτό μου ότι δεν θα μου συμβεί κάτι αν μπω στο μετρό, αν βρεθώ σε ένα μέρος όπου θα υπάρχει πολύς κόσμος. Δεν είναι εύκολο αλλά δεν είναι και αδύνατο. Ένα βήμα τη φορά, ζόριζα τον εαυτό μου με το να κάνω όσα φοβόμουν και να απομυθοποιήσω τον ίδιο το φόβο.

Αυτή τη στιγμή οι κρίσεις πανικού έχουν σχεδόν εξαλιφθεί όμως δεν σταματάω εδώ. Ξέρω πως χρειάζομαι λίγο ακόμα χρόνο και θα ανήκουν στο παρελθόν. Κατάλαβα πως ο φόβος είμαι εγώ. Ίσως είναι λάθος να λες φοβάμαι ή είμαι φοβισμένη γιατί τότε αποσπάσαι από το ίδιο το συναίσθημα και είναι σαν κάποιος άλλος παράγοντας να σε κατευθύνει. Ο φόβος είμαστε εμεις. Ο φόβος είναι η μεταμφίεση των συναισθημάτων που νιώθουμε και δεν μπορούμε να τα εκφράσουμε. Όταν για παράδειγμα είσαι θυμωμένος και δεν το εκφράζεις και αυτό γίνεται για πολύ καιρό, θα μεταμφιεστεί ο θυμός σε κάτι άλλο προκειμένου να εξωτερικευτεί. Πιστεύω όμως πως υπάχουν και θετικά στους ανθρώπους με ανάλογες εμπειρίες. Οι κρίσεις πανικού με έκαναν να μιλήσω για όσα δεν ανεχόμουν αλλά υπέμενα, με έκαναν πιο δυνατή, με έκαναν να μπορώ να ελέγχω το μυαλό μου και τα συναισθήματά μου και με έκαναν να αγαπώ τη ζωή. Πλέον μπορώ να αναγνωρίσω καταστάσεις που με βλάπτουν ψυχικά και να αμύνομαι στην τοξικότητα που υπάρχει γύρω μου.

Γιολάντ

Η πρώτη κρίση πανικού εμφανίστηκε στα 31 μου χρόνια, όταν χρειάστηκε να μείνω για ένα διάστημα 2 εβδομάδων μόνη μου καθώς εργαζόμουν, ενώ ο άντρας μου μαζί με το παιδί μου πήγαν στο εξοχικό. Για να μην μείνω μόνη μου στο σπίτι, επέλεξα να μείνω στο πατρικο μου μαζί με τους γονείς μου.

Η σκέψη της διαμονής μου στο πατρικό μου με «γύριζε» πίσω στα παιδικά μου χρόνια τα οποία δεν ήταν τα καλύτερα αφού οι γονείς μου υπήρξαν ιδιαίτερα χειριστικοί και περιοριστικοί μέχρι και τα 28 μου χρόνια. Πολλές φορές τους δικαιολογούσα για τη στάση τους γνωρίζοντας πόσο υπερπροστατευτικοί γονείς ήταν και θεωρούσα ότι έτσι εξέφραζαν την αγάπη τους. Ωστόσο δεν μπορούσα να δικαιολογήσω τον εαυτό μου που αντέγραφα εκείνους στο «μεγάλωμα» του παιδιού μου. Σε γενικές γραμμές, πάντα υπήρχε η σύγκρουση μέσα μου για το αν εκείνοι έπρατταν σωστά ή για το αν εγώ δικαίως ήθελα να φύγω από το σπίτι μου αφού ένιωθα καταπιεσμένη.

Κατά τη διάρκεια της 1ης ημέρας στο πατρικό μου όλα έμοιαζαν να είναι φυσιολογικά, ήμουν μόνο κάπως στενοχωρημένη που έλειπε ο άντρας μου και το παιδί μου και το σκεφτόμουν αρκετά συχνά. Ξαφνικά το βράδυ λίγο πριν κοιμηθούμε άρχισα να νιώθω μία εσωτερική αναστάτωση και μελαγχολία. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αυτή η αναστάτωση εξελίχθηκε στη χειρότερη εμπειρία που είχα βιώσει ποτέ. Θυμάμαι πως δεν μπορούσα να καθίσω σε ένα σημείο και περπατούσα γρήγορα μέσα στο σπίτι. Τότε είπα στη μητέρα μου: Δεν είμαι καλά. Κάτι έχω, κάτι μου συμβαίνει… και αυτόματα παραδόθηκα σε αυτό, στο φόβο, στον τρόμο, στην απόγνωση. Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά που ένιωθα πως μπορώ να την ακούσω, τα άκρα μου μούδιασαν ενώ ένιωθα το κεφάλι μου να καίγεται και να ζαλίζομαι. Σκέφτηκα πως πεθαίνω, πως παθαίνω έμφραγμα ή ανακοπή. Από την άλλη αυτό το περίεργο συναίσθημα..σαν να ουρλιάζω μέσα μου. Δεν μπορούσα να το σταματήσω. Η μητέρα μου με κοίταζε και προσπαθούσε να με βοηθήσει. Την είχα πάρει αγκαλιά και της έλεγα επαναλαμβανόμενα: Βοήθησε με, κάνε κάτι, βοήθησε με σε παρακαλώ. Δεν μπορούσα ούτε εγώ ούτε εκείνη να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Δε θυμάμαι πόση ώρα ήμουν έτσι αλλά έμοιαζε σίγουρα με αιωνιότητα. Ξαφνικά όλα σταμάτησαν..ηρέμησα και ξάπλωσα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι είχα πάθει. Προσπαθούσα να σκεφτώ, να το αναλύσω αλλά φοβόμουν μην μου ξανασυμβεί. Την επόμενη μέρα μίλησα με τη γιατρό μου και μου προγραμμάτισε κάποιες αιματολογικές εξετάσεις. Η γιατρός ήταν καθησυχαστική και μου κανόνισε τις εξετάσεις για 2 μέρες μετά.

Ήταν 15 Αυγούστου έτσι πήγαμε με τους γονείς μου σε ένα φιλικό σπίτι ενώ την επόμενη θα πήγαινα για τις εξετάσεις. Όση ώρα βρισκόμασταν εκεί είχα απομονωθεί και σκεφτόμουν συνέχεια τι ήταν αυτό που μου συνέβη. Μιλούσα με τον άντρα μου στο τηλέφωνο, όπου του είχα εξηγήσει τι μου είχε συμβεί αλλά και πάλι ένιωθα εντελώς μόνη μου σε όλο αυτό. Ήθελα να φύγουμε, δεν ένιωθα καλα. Είχε ήδη ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για τη δεύτερη συνεχόμενη κρίση πανικού. Φύγαμε μετά από αρκετές ώρες. Στο δρόμο ζήτησα από τους γονείς μου εμφανώς τρομαγμένη να σταματήσουν κάπου το αμάξι. Βγήκα έξω από το αμάξι και η μητέρα μου πήγε να με ακολουθήσει. Της φώναξα: Μείνε εκεί που είσαι μην με πλησιάζεις! Μετά έκλαιγα κρατούσα το κεφάλι μου και μονολογούσα: Τι μου συμβαίνει…τι έχω..τρελαίνομαι…χάνω το μυαλό μου. Σαν να μην άντεχα εμένα σαν να πάλευα με εμένα, με κάτι μέσα μου. Φόβος για αυτό το άγνωστο που είχε έρθει στη ζωή μου…Μπήκα μέσα στο αμάξι και είπα στους γονείς μου να με πάνε γρήγορα σε ένα νοσοκομείο.

Όλες μου οι εξετάσεις ήταν άριστες και τότε η καρδιολόγος μου είπε τις λέξεις που έδωσαν νόημα σε όλα αυτά τα συμπτώματα..Κρίση πανικού. Μέχρι τότε όλο αυτό…δεν είχε κανένα όνομα και καμία υπόσταση για μένα. Δεν γνώριζα τι είναι η κρίση πανικού, ήξερα μόνο πως εγώ έχω πλέον αλλάξει. Πανικός και μόνο στο άκουσμα. Η ίδια μου συνταγογράφησε ηρεμιστικά και σεροτονίνη που θα έπρεπε να παίρνω σε τακτική βάση. Ήθελα τόσο να ξαναβρώ τον εαυτό μου όπως ήταν πριν που τα πήρα χωρίς δεύτερη σκέψη. Παρόλο που έκανα την αγωγή για αρκετό καιρό οι κρίσεις υπήρχαν ακόμα στην καθημερινότητά μου. Φοβόμουν να απευθυνθώ σε ψυχοθεραπευτή μήπως γίνω χειρότερα αν ξεκινούσα μία διαδικασία εσωτερικής αναζήτησης. Έφυγα από τη δουλεία μου, κλείστηκα στο σπίτι γιατί φοβόμουν να βγω έξω, να οδηγήσω, φοβόμουν ακόμα και στο σπίτι όταν έμενα μόνη μου. Πολλές φορές ένιωθα ότι αποσπώμαι από τον εαυτό μου, τη λεγόμενη δηλαδή αποπροσωποίηση. Άρχισα να γράφω μήπως και μπορέσω να βρω την έξοδο στον λαβύρινθο που υπήρχε στο μυαλό μου, διάβαζα, ενημερωνόμουν αλλά ήμουν ακόμα πολύ μακρια από την «έξοδο».

Όταν πια είχα πάθει αρκετές κρίσεις ώστε να τις συνηθίζω και παρόλο που κάθε νέα κρίση με φόβιζε σκέφτηκα πως κάποτε ήμουν δυνατή, πως έχω αντιμετωπίσει αρκετές δύσκολες καταστάσεις και πως δε θέλω να με καθορίζουν αυτά τα απαίσια συναισθήματα για το υπόλοιπο της ζωής μου. Έπρεπε να ξεφύγω για μένα, για το παιδί μου, για τον άντρα μου, για τη ζωή που έχανα. Και έτσι είπα…: Πάμε λοιπόν πάλι από την αρχή. Βρήκα φίλους μου που είχα χάσει, προσπαθούσα να βγαίνω έξω και να κάνω πράγματα για μένα, προσπαθούσα να μην το σκέφτομαι παρόλο που ήταν αρκετά δύσκολο και όταν ήμουν ήρεμη προσπαθούσα να με αποκωδικοποιήσω, να μου θέσω νέους κανόνες για το φόβο, το θυμό και τη λύπη και έγραψα στον εαυτό μου ένα ενθαρρυντικό κείμενο ώστε να το διαβάσω όταν θα ερχόταν η επόμενη κρίση πανικού.

Μετά από λίγο καιρό αποφάσισα να επισκεφτώ έναν ειδικό κάτι που δεν είχα κάνει μέχρι στιγμής και πάλι λόγω φόβου. Η απόφαση αυτή ήταν και η αποδοχή μέσα μου ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Πολλές φορές μέχρι τότε είχα πει το έχω αποδεχτεί αλλά δεν το είχα κάνει πραγματικά γιατί η ουσιαστική αποδοχή της αλήθειας είναι εξαιρετικά δύσκολη, ειδικά σε ανθρώπους που ζούσαν χωρίς τέτοιου είδους «διαταραχές» και ξαφνικά αυτές εμφανίζονται. Το αποδέχτηκα λοιπόν και αυτό ήταν το πρώτο δικό μου βήμα. Με πονούσε το γεγονός ότι ήξερα πια πως έχω αυτό το πρόβλημα αλλά ταυτόχρονα με πείσμωνε. Επισκέφθηκα τον ψυχοθεραπευτή, του μίλησα για όσα μου συνέβησαν και για την αγωγή που παίρνω. Θυμάμαι να τον ρωτάω αν γίνεται ένας άνθρωπος να τρελαθεί από αυτό και αν πιστεύει ότι είμαι καλά. Η κρίση πανικού είναι μία πολύ συνηθισμένη πλέον αγχώδης διαταραχή η οποία σαφέστατα αντιμετωπίζεται. Είσαι μία χαρά όμως πιέστηκες αρκετά και όχι δεν τρελαίνεσαι. Αυτά και πολλά άλλα που συζητήσαμε ήταν η ώθηση που χρειαζόμουν. Έφυγα από το ιατρείο του ψυχοθεραπευτή νιώθωντας πως έχω τη δύναμη να το παλέψω και να τα καταφέρω. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα και έπρεπε να κάνω για τον εαυτό μου εκείνη την περίοδο. Είπα πως δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτά που μου είπε και τις συμβουλές που μου έδωσε και πως θα πετάξω από πάνω μου την εικόνα του φοβισμένου παιδιού.

Δύο μέρες μετά σταμάτησα κάθε φαρμακευτική αγωγή με δική μου πρωτοβουλία. Δεν είχα κανένα σύμπτωμα απόσυρσης και ένιωσα πολύ δυνατή με αυτή μου την απόφαση. Κατάλαβα πως τα χάπια δεν θα μου έλυναν κανένα πρόβλημα, ήταν απλά μία ανακούφιση σε ό,τι περνούσα. Είπα στον εαυτό μου ότι δεν θα επιτρέψω να ζω με χάπια, δεν τα έχω ανάγκη και ήθελα να δω πως θα είμαι χωρίς αυτά…και ήμουν πολύ καλύτερα. Όταν αποφασίσεις να αποχωριστείς τις κρίσεις πανικού όσα έκανες πριν από αυτές, το πώς ζούσες πριν από αυτές δεν είναι πλεόν αυτονόητο. Χρειάζεται να χτίσεις μέσα σου από την αρχή τις βάσεις. Για παράδειγμα εγώ θεωρούσα αυτονόητο να οδηγώ το αμάξι κάθε μέρα για τις υποχρεώσεις μου, μετά τις κρίσεις χρειαζόμουν να πιστέψω σε μένα πως μπορώ να μπω στο αμάξι και δεν θα πάθω τίποτα, χρειαζόμουν να χτίσω εκ νέου την εμπιστοσύνη με τον εαυτό μου ότι δεν θα μου συμβεί κάτι αν μπω στο μετρό, αν βρεθώ σε ένα μέρος όπου θα υπάρχει πολύς κόσμος. Δεν είναι εύκολο αλλά δεν είναι και αδύνατο. Ένα βήμα τη φορά, ζόριζα τον εαυτό μου με το να κάνω όσα φοβόμουν και να απομυθοποιήσω τον ίδιο το φόβο.

Αυτή τη στιγμή οι κρίσεις πανικού έχουν σχεδόν εξαλιφθεί όμως δεν σταματάω εδώ. Ξέρω πως χρειάζομαι λίγο ακόμα χρόνο και θα ανήκουν στο παρελθόν. Κατάλαβα πως ο φόβος είμαι εγώ. Ίσως είναι λάθος να λες φοβάμαι ή είμαι φοβισμένη γιατί τότε αποσπάσαι από το ίδιο το συναίσθημα και είναι σαν κάποιος άλλος παράγοντας να σε κατευθύνει. Ο φόβος είμαστε εμεις. Ο φόβος είναι η μεταμφίεση των συναισθημάτων που νιώθουμε και δεν μπορούμε να τα εκφράσουμε. Όταν για παράδειγμα είσαι θυμωμένος και δεν το εκφράζεις και αυτό γίνεται για πολύ καιρό, θα μεταμφιεστεί ο θυμός σε κάτι άλλο προκειμένου να εξωτερικευτεί. Πιστεύω όμως πως υπάχουν και θετικά στους ανθρώπους με ανάλογες εμπειρίες. Οι κρίσεις πανικού με έκαναν να μιλήσω για όσα δεν ανεχόμουν αλλά υπέμενα, με έκαναν πιο δυνατή, με έκαναν να μπορώ να ελέγχω το μυαλό μου και τα συναισθήματά μου και με έκαναν να αγαπώ τη ζωή. Πλέον μπορώ να αναγνωρίσω καταστάσεις που με βλάπτουν ψυχικά και να αμύνομαι στην τοξικότητα που υπάρχει γύρω μου.

Γιολάντ

Title Image
HomeBlog “Η Kρίση Πανικού μου”

Η πρώτη κρίση πανικού εμφανίστηκε στα 31 μου χρόνια, όταν χρειάστηκε να μείνω για ένα διάστημα 2 εβδομάδων μόνη μου καθώς εργαζόμουν, ενώ ο άντρας μου μαζί με το παιδί μου πήγαν στο εξοχικό. Για να μην μείνω μόνη μου στο σπίτι, επέλεξα να μείνω στο πατρικο μου μαζί με τους γονείς μου.

Η σκέψη της διαμονής μου στο πατρικό μου με «γύριζε» πίσω στα παιδικά μου χρόνια τα οποία δεν ήταν τα καλύτερα αφού οι γονείς μου υπήρξαν ιδιαίτερα χειριστικοί και περιοριστικοί μέχρι και τα 28 μου χρόνια. Πολλές φορές τους δικαιολογούσα για τη στάση τους γνωρίζοντας πόσο υπερπροστατευτικοί γονείς ήταν και θεωρούσα ότι έτσι εξέφραζαν την αγάπη τους. Ωστόσο δεν μπορούσα να δικαιολογήσω τον εαυτό μου που αντέγραφα εκείνους στο «μεγάλωμα» του παιδιού μου. Σε γενικές γραμμές, πάντα υπήρχε η σύγκρουση μέσα μου για το αν εκείνοι έπρατταν σωστά ή για το αν εγώ δικαίως ήθελα να φύγω από το σπίτι μου αφού ένιωθα καταπιεσμένη.

Κατά τη διάρκεια της 1ης ημέρας στο πατρικό μου όλα έμοιαζαν να είναι φυσιολογικά, ήμουν μόνο κάπως στενοχωρημένη που έλειπε ο άντρας μου και το παιδί μου και το σκεφτόμουν αρκετά συχνά. Ξαφνικά το βράδυ λίγο πριν κοιμηθούμε άρχισα να νιώθω μία εσωτερική αναστάτωση και μελαγχολία. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αυτή η αναστάτωση εξελίχθηκε στη χειρότερη εμπειρία που είχα βιώσει ποτέ. Θυμάμαι πως δεν μπορούσα να καθίσω σε ένα σημείο και περπατούσα γρήγορα μέσα στο σπίτι. Τότε είπα στη μητέρα μου: Δεν είμαι καλά. Κάτι έχω, κάτι μου συμβαίνει… και αυτόματα παραδόθηκα σε αυτό, στο φόβο, στον τρόμο, στην απόγνωση. Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά που ένιωθα πως μπορώ να την ακούσω, τα άκρα μου μούδιασαν ενώ ένιωθα το κεφάλι μου να καίγεται και να ζαλίζομαι. Σκέφτηκα πως πεθαίνω, πως παθαίνω έμφραγμα ή ανακοπή. Από την άλλη αυτό το περίεργο συναίσθημα..σαν να ουρλιάζω μέσα μου. Δεν μπορούσα να το σταματήσω. Η μητέρα μου με κοίταζε και προσπαθούσε να με βοηθήσει. Την είχα πάρει αγκαλιά και της έλεγα επαναλαμβανόμενα: Βοήθησε με, κάνε κάτι, βοήθησε με σε παρακαλώ. Δεν μπορούσα ούτε εγώ ούτε εκείνη να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Δε θυμάμαι πόση ώρα ήμουν έτσι αλλά έμοιαζε σίγουρα με αιωνιότητα. Ξαφνικά όλα σταμάτησαν..ηρέμησα και ξάπλωσα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι είχα πάθει. Προσπαθούσα να σκεφτώ, να το αναλύσω αλλά φοβόμουν μην μου ξανασυμβεί. Την επόμενη μέρα μίλησα με τη γιατρό μου και μου προγραμμάτισε κάποιες αιματολογικές εξετάσεις. Η γιατρός ήταν καθησυχαστική και μου κανόνισε τις εξετάσεις για 2 μέρες μετά.

Ήταν 15 Αυγούστου έτσι πήγαμε με τους γονείς μου σε ένα φιλικό σπίτι ενώ την επόμενη θα πήγαινα για τις εξετάσεις. Όση ώρα βρισκόμασταν εκεί είχα απομονωθεί και σκεφτόμουν συνέχεια τι ήταν αυτό που μου συνέβη. Μιλούσα με τον άντρα μου στο τηλέφωνο, όπου του είχα εξηγήσει τι μου είχε συμβεί αλλά και πάλι ένιωθα εντελώς μόνη μου σε όλο αυτό. Ήθελα να φύγουμε, δεν ένιωθα καλα. Είχε ήδη ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για τη δεύτερη συνεχόμενη κρίση πανικού. Φύγαμε μετά από αρκετές ώρες. Στο δρόμο ζήτησα από τους γονείς μου εμφανώς τρομαγμένη να σταματήσουν κάπου το αμάξι. Βγήκα έξω από το αμάξι και η μητέρα μου πήγε να με ακολουθήσει. Της φώναξα: Μείνε εκεί που είσαι μην με πλησιάζεις! Μετά έκλαιγα κρατούσα το κεφάλι μου και μονολογούσα: Τι μου συμβαίνει…τι έχω..τρελαίνομαι…χάνω το μυαλό μου. Σαν να μην άντεχα εμένα σαν να πάλευα με εμένα, με κάτι μέσα μου. Φόβος για αυτό το άγνωστο που είχε έρθει στη ζωή μου…Μπήκα μέσα στο αμάξι και είπα στους γονείς μου να με πάνε γρήγορα σε ένα νοσοκομείο.

Όλες μου οι εξετάσεις ήταν άριστες και τότε η καρδιολόγος μου είπε τις λέξεις που έδωσαν νόημα σε όλα αυτά τα συμπτώματα..Κρίση πανικού. Μέχρι τότε όλο αυτό…δεν είχε κανένα όνομα και καμία υπόσταση για μένα. Δεν γνώριζα τι είναι η κρίση πανικού, ήξερα μόνο πως εγώ έχω πλέον αλλάξει. Πανικός και μόνο στο άκουσμα. Η ίδια μου συνταγογράφησε ηρεμιστικά και σεροτονίνη που θα έπρεπε να παίρνω σε τακτική βάση. Ήθελα τόσο να ξαναβρώ τον εαυτό μου όπως ήταν πριν που τα πήρα χωρίς δεύτερη σκέψη. Παρόλο που έκανα την αγωγή για αρκετό καιρό οι κρίσεις υπήρχαν ακόμα στην καθημερινότητά μου. Φοβόμουν να απευθυνθώ σε ψυχοθεραπευτή μήπως γίνω χειρότερα αν ξεκινούσα μία διαδικασία εσωτερικής αναζήτησης. Έφυγα από τη δουλεία μου, κλείστηκα στο σπίτι γιατί φοβόμουν να βγω έξω, να οδηγήσω, φοβόμουν ακόμα και στο σπίτι όταν έμενα μόνη μου. Πολλές φορές ένιωθα ότι αποσπώμαι από τον εαυτό μου, τη λεγόμενη δηλαδή αποπροσωποίηση. Άρχισα να γράφω μήπως και μπορέσω να βρω την έξοδο στον λαβύρινθο που υπήρχε στο μυαλό μου, διάβαζα, ενημερωνόμουν αλλά ήμουν ακόμα πολύ μακρια από την «έξοδο».

Όταν πια είχα πάθει αρκετές κρίσεις ώστε να τις συνηθίζω και παρόλο που κάθε νέα κρίση με φόβιζε σκέφτηκα πως κάποτε ήμουν δυνατή, πως έχω αντιμετωπίσει αρκετές δύσκολες καταστάσεις και πως δε θέλω να με καθορίζουν αυτά τα απαίσια συναισθήματα για το υπόλοιπο της ζωής μου. Έπρεπε να ξεφύγω για μένα, για το παιδί μου, για τον άντρα μου, για τη ζωή που έχανα. Και έτσι είπα…: Πάμε λοιπόν πάλι από την αρχή. Βρήκα φίλους μου που είχα χάσει, προσπαθούσα να βγαίνω έξω και να κάνω πράγματα για μένα, προσπαθούσα να μην το σκέφτομαι παρόλο που ήταν αρκετά δύσκολο και όταν ήμουν ήρεμη προσπαθούσα να με αποκωδικοποιήσω, να μου θέσω νέους κανόνες για το φόβο, το θυμό και τη λύπη και έγραψα στον εαυτό μου ένα ενθαρρυντικό κείμενο ώστε να το διαβάσω όταν θα ερχόταν η επόμενη κρίση πανικού.

Μετά από λίγο καιρό αποφάσισα να επισκεφτώ έναν ειδικό κάτι που δεν είχα κάνει μέχρι στιγμής και πάλι λόγω φόβου. Η απόφαση αυτή ήταν και η αποδοχή μέσα μου ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Πολλές φορές μέχρι τότε είχα πει το έχω αποδεχτεί αλλά δεν το είχα κάνει πραγματικά γιατί η ουσιαστική αποδοχή της αλήθειας είναι εξαιρετικά δύσκολη, ειδικά σε ανθρώπους που ζούσαν χωρίς τέτοιου είδους «διαταραχές» και ξαφνικά αυτές εμφανίζονται. Το αποδέχτηκα λοιπόν και αυτό ήταν το πρώτο δικό μου βήμα. Με πονούσε το γεγονός ότι ήξερα πια πως έχω αυτό το πρόβλημα αλλά ταυτόχρονα με πείσμωνε. Επισκέφθηκα τον ψυχοθεραπευτή, του μίλησα για όσα μου συνέβησαν και για την αγωγή που παίρνω. Θυμάμαι να τον ρωτάω αν γίνεται ένας άνθρωπος να τρελαθεί από αυτό και αν πιστεύει ότι είμαι καλά. Η κρίση πανικού είναι μία πολύ συνηθισμένη πλέον αγχώδης διαταραχή η οποία σαφέστατα αντιμετωπίζεται. Είσαι μία χαρά όμως πιέστηκες αρκετά και όχι δεν τρελαίνεσαι. Αυτά και πολλά άλλα που συζητήσαμε ήταν η ώθηση που χρειαζόμουν. Έφυγα από το ιατρείο του ψυχοθεραπευτή νιώθωντας πως έχω τη δύναμη να το παλέψω και να τα καταφέρω. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα και έπρεπε να κάνω για τον εαυτό μου εκείνη την περίοδο. Είπα πως δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτά που μου είπε και τις συμβουλές που μου έδωσε και πως θα πετάξω από πάνω μου την εικόνα του φοβισμένου παιδιού.

Δύο μέρες μετά σταμάτησα κάθε φαρμακευτική αγωγή με δική μου πρωτοβουλία. Δεν είχα κανένα σύμπτωμα απόσυρσης και ένιωσα πολύ δυνατή με αυτή μου την απόφαση. Κατάλαβα πως τα χάπια δεν θα μου έλυναν κανένα πρόβλημα, ήταν απλά μία ανακούφιση σε ό,τι περνούσα. Είπα στον εαυτό μου ότι δεν θα επιτρέψω να ζω με χάπια, δεν τα έχω ανάγκη και ήθελα να δω πως θα είμαι χωρίς αυτά…και ήμουν πολύ καλύτερα. Όταν αποφασίσεις να αποχωριστείς τις κρίσεις πανικού όσα έκανες πριν από αυτές, το πώς ζούσες πριν από αυτές δεν είναι πλεόν αυτονόητο. Χρειάζεται να χτίσεις μέσα σου από την αρχή τις βάσεις. Για παράδειγμα εγώ θεωρούσα αυτονόητο να οδηγώ το αμάξι κάθε μέρα για τις υποχρεώσεις μου, μετά τις κρίσεις χρειαζόμουν να πιστέψω σε μένα πως μπορώ να μπω στο αμάξι και δεν θα πάθω τίποτα, χρειαζόμουν να χτίσω εκ νέου την εμπιστοσύνη με τον εαυτό μου ότι δεν θα μου συμβεί κάτι αν μπω στο μετρό, αν βρεθώ σε ένα μέρος όπου θα υπάρχει πολύς κόσμος. Δεν είναι εύκολο αλλά δεν είναι και αδύνατο. Ένα βήμα τη φορά, ζόριζα τον εαυτό μου με το να κάνω όσα φοβόμουν και να απομυθοποιήσω τον ίδιο το φόβο.

Αυτή τη στιγμή οι κρίσεις πανικού έχουν σχεδόν εξαλιφθεί όμως δεν σταματάω εδώ. Ξέρω πως χρειάζομαι λίγο ακόμα χρόνο και θα ανήκουν στο παρελθόν. Κατάλαβα πως ο φόβος είμαι εγώ. Ίσως είναι λάθος να λες φοβάμαι ή είμαι φοβισμένη γιατί τότε αποσπάσαι από το ίδιο το συναίσθημα και είναι σαν κάποιος άλλος παράγοντας να σε κατευθύνει. Ο φόβος είμαστε εμεις. Ο φόβος είναι η μεταμφίεση των συναισθημάτων που νιώθουμε και δεν μπορούμε να τα εκφράσουμε. Όταν για παράδειγμα είσαι θυμωμένος και δεν το εκφράζεις και αυτό γίνεται για πολύ καιρό, θα μεταμφιεστεί ο θυμός σε κάτι άλλο προκειμένου να εξωτερικευτεί. Πιστεύω όμως πως υπάχουν και θετικά στους ανθρώπους με ανάλογες εμπειρίες. Οι κρίσεις πανικού με έκαναν να μιλήσω για όσα δεν ανεχόμουν αλλά υπέμενα, με έκαναν πιο δυνατή, με έκαναν να μπορώ να ελέγχω το μυαλό μου και τα συναισθήματά μου και με έκαναν να αγαπώ τη ζωή. Πλέον μπορώ να αναγνωρίσω καταστάσεις που με βλάπτουν ψυχικά και να αμύνομαι στην τοξικότητα που υπάρχει γύρω μου.

Γιολάντ

Η πρώτη κρίση πανικού εμφανίστηκε στα 31 μου χρόνια, όταν χρειάστηκε να μείνω για ένα διάστημα 2 εβδομάδων μόνη μου καθώς εργαζόμουν, ενώ ο άντρας μου μαζί με το παιδί μου πήγαν στο εξοχικό. Για να μην μείνω μόνη μου στο σπίτι, επέλεξα να μείνω στο πατρικο μου μαζί με τους γονείς μου.

Η σκέψη της διαμονής μου στο πατρικό μου με «γύριζε» πίσω στα παιδικά μου χρόνια τα οποία δεν ήταν τα καλύτερα αφού οι γονείς μου υπήρξαν ιδιαίτερα χειριστικοί και περιοριστικοί μέχρι και τα 28 μου χρόνια. Πολλές φορές τους δικαιολογούσα για τη στάση τους γνωρίζοντας πόσο υπερπροστατευτικοί γονείς ήταν και θεωρούσα ότι έτσι εξέφραζαν την αγάπη τους. Ωστόσο δεν μπορούσα να δικαιολογήσω τον εαυτό μου που αντέγραφα εκείνους στο «μεγάλωμα» του παιδιού μου. Σε γενικές γραμμές, πάντα υπήρχε η σύγκρουση μέσα μου για το αν εκείνοι έπρατταν σωστά ή για το αν εγώ δικαίως ήθελα να φύγω από το σπίτι μου αφού ένιωθα καταπιεσμένη.

Κατά τη διάρκεια της 1ης ημέρας στο πατρικό μου όλα έμοιαζαν να είναι φυσιολογικά, ήμουν μόνο κάπως στενοχωρημένη που έλειπε ο άντρας μου και το παιδί μου και το σκεφτόμουν αρκετά συχνά. Ξαφνικά το βράδυ λίγο πριν κοιμηθούμε άρχισα να νιώθω μία εσωτερική αναστάτωση και μελαγχολία. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αυτή η αναστάτωση εξελίχθηκε στη χειρότερη εμπειρία που είχα βιώσει ποτέ. Θυμάμαι πως δεν μπορούσα να καθίσω σε ένα σημείο και περπατούσα γρήγορα μέσα στο σπίτι. Τότε είπα στη μητέρα μου: Δεν είμαι καλά. Κάτι έχω, κάτι μου συμβαίνει… και αυτόματα παραδόθηκα σε αυτό, στο φόβο, στον τρόμο, στην απόγνωση. Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά που ένιωθα πως μπορώ να την ακούσω, τα άκρα μου μούδιασαν ενώ ένιωθα το κεφάλι μου να καίγεται και να ζαλίζομαι. Σκέφτηκα πως πεθαίνω, πως παθαίνω έμφραγμα ή ανακοπή. Από την άλλη αυτό το περίεργο συναίσθημα..σαν να ουρλιάζω μέσα μου. Δεν μπορούσα να το σταματήσω. Η μητέρα μου με κοίταζε και προσπαθούσε να με βοηθήσει. Την είχα πάρει αγκαλιά και της έλεγα επαναλαμβανόμενα: Βοήθησε με, κάνε κάτι, βοήθησε με σε παρακαλώ. Δεν μπορούσα ούτε εγώ ούτε εκείνη να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Δε θυμάμαι πόση ώρα ήμουν έτσι αλλά έμοιαζε σίγουρα με αιωνιότητα. Ξαφνικά όλα σταμάτησαν..ηρέμησα και ξάπλωσα. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι είχα πάθει. Προσπαθούσα να σκεφτώ, να το αναλύσω αλλά φοβόμουν μην μου ξανασυμβεί. Την επόμενη μέρα μίλησα με τη γιατρό μου και μου προγραμμάτισε κάποιες αιματολογικές εξετάσεις. Η γιατρός ήταν καθησυχαστική και μου κανόνισε τις εξετάσεις για 2 μέρες μετά.

Ήταν 15 Αυγούστου έτσι πήγαμε με τους γονείς μου σε ένα φιλικό σπίτι ενώ την επόμενη θα πήγαινα για τις εξετάσεις. Όση ώρα βρισκόμασταν εκεί είχα απομονωθεί και σκεφτόμουν συνέχεια τι ήταν αυτό που μου συνέβη. Μιλούσα με τον άντρα μου στο τηλέφωνο, όπου του είχα εξηγήσει τι μου είχε συμβεί αλλά και πάλι ένιωθα εντελώς μόνη μου σε όλο αυτό. Ήθελα να φύγουμε, δεν ένιωθα καλα. Είχε ήδη ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για τη δεύτερη συνεχόμενη κρίση πανικού. Φύγαμε μετά από αρκετές ώρες. Στο δρόμο ζήτησα από τους γονείς μου εμφανώς τρομαγμένη να σταματήσουν κάπου το αμάξι. Βγήκα έξω από το αμάξι και η μητέρα μου πήγε να με ακολουθήσει. Της φώναξα: Μείνε εκεί που είσαι μην με πλησιάζεις! Μετά έκλαιγα κρατούσα το κεφάλι μου και μονολογούσα: Τι μου συμβαίνει…τι έχω..τρελαίνομαι…χάνω το μυαλό μου. Σαν να μην άντεχα εμένα σαν να πάλευα με εμένα, με κάτι μέσα μου. Φόβος για αυτό το άγνωστο που είχε έρθει στη ζωή μου…Μπήκα μέσα στο αμάξι και είπα στους γονείς μου να με πάνε γρήγορα σε ένα νοσοκομείο.

Όλες μου οι εξετάσεις ήταν άριστες και τότε η καρδιολόγος μου είπε τις λέξεις που έδωσαν νόημα σε όλα αυτά τα συμπτώματα..Κρίση πανικού. Μέχρι τότε όλο αυτό…δεν είχε κανένα όνομα και καμία υπόσταση για μένα. Δεν γνώριζα τι είναι η κρίση πανικού, ήξερα μόνο πως εγώ έχω πλέον αλλάξει. Πανικός και μόνο στο άκουσμα. Η ίδια μου συνταγογράφησε ηρεμιστικά και σεροτονίνη που θα έπρεπε να παίρνω σε τακτική βάση. Ήθελα τόσο να ξαναβρώ τον εαυτό μου όπως ήταν πριν που τα πήρα χωρίς δεύτερη σκέψη. Παρόλο που έκανα την αγωγή για αρκετό καιρό οι κρίσεις υπήρχαν ακόμα στην καθημερινότητά μου. Φοβόμουν να απευθυνθώ σε ψυχοθεραπευτή μήπως γίνω χειρότερα αν ξεκινούσα μία διαδικασία εσωτερικής αναζήτησης. Έφυγα από τη δουλεία μου, κλείστηκα στο σπίτι γιατί φοβόμουν να βγω έξω, να οδηγήσω, φοβόμουν ακόμα και στο σπίτι όταν έμενα μόνη μου. Πολλές φορές ένιωθα ότι αποσπώμαι από τον εαυτό μου, τη λεγόμενη δηλαδή αποπροσωποίηση. Άρχισα να γράφω μήπως και μπορέσω να βρω την έξοδο στον λαβύρινθο που υπήρχε στο μυαλό μου, διάβαζα, ενημερωνόμουν αλλά ήμουν ακόμα πολύ μακρια από την «έξοδο».

Όταν πια είχα πάθει αρκετές κρίσεις ώστε να τις συνηθίζω και παρόλο που κάθε νέα κρίση με φόβιζε σκέφτηκα πως κάποτε ήμουν δυνατή, πως έχω αντιμετωπίσει αρκετές δύσκολες καταστάσεις και πως δε θέλω να με καθορίζουν αυτά τα απαίσια συναισθήματα για το υπόλοιπο της ζωής μου. Έπρεπε να ξεφύγω για μένα, για το παιδί μου, για τον άντρα μου, για τη ζωή που έχανα. Και έτσι είπα…: Πάμε λοιπόν πάλι από την αρχή. Βρήκα φίλους μου που είχα χάσει, προσπαθούσα να βγαίνω έξω και να κάνω πράγματα για μένα, προσπαθούσα να μην το σκέφτομαι παρόλο που ήταν αρκετά δύσκολο και όταν ήμουν ήρεμη προσπαθούσα να με αποκωδικοποιήσω, να μου θέσω νέους κανόνες για το φόβο, το θυμό και τη λύπη και έγραψα στον εαυτό μου ένα ενθαρρυντικό κείμενο ώστε να το διαβάσω όταν θα ερχόταν η επόμενη κρίση πανικού.

Μετά από λίγο καιρό αποφάσισα να επισκεφτώ έναν ειδικό κάτι που δεν είχα κάνει μέχρι στιγμής και πάλι λόγω φόβου. Η απόφαση αυτή ήταν και η αποδοχή μέσα μου ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Πολλές φορές μέχρι τότε είχα πει το έχω αποδεχτεί αλλά δεν το είχα κάνει πραγματικά γιατί η ουσιαστική αποδοχή της αλήθειας είναι εξαιρετικά δύσκολη, ειδικά σε ανθρώπους που ζούσαν χωρίς τέτοιου είδους «διαταραχές» και ξαφνικά αυτές εμφανίζονται. Το αποδέχτηκα λοιπόν και αυτό ήταν το πρώτο δικό μου βήμα. Με πονούσε το γεγονός ότι ήξερα πια πως έχω αυτό το πρόβλημα αλλά ταυτόχρονα με πείσμωνε. Επισκέφθηκα τον ψυχοθεραπευτή, του μίλησα για όσα μου συνέβησαν και για την αγωγή που παίρνω. Θυμάμαι να τον ρωτάω αν γίνεται ένας άνθρωπος να τρελαθεί από αυτό και αν πιστεύει ότι είμαι καλά. Η κρίση πανικού είναι μία πολύ συνηθισμένη πλέον αγχώδης διαταραχή η οποία σαφέστατα αντιμετωπίζεται. Είσαι μία χαρά όμως πιέστηκες αρκετά και όχι δεν τρελαίνεσαι. Αυτά και πολλά άλλα που συζητήσαμε ήταν η ώθηση που χρειαζόμουν. Έφυγα από το ιατρείο του ψυχοθεραπευτή νιώθωντας πως έχω τη δύναμη να το παλέψω και να τα καταφέρω. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα και έπρεπε να κάνω για τον εαυτό μου εκείνη την περίοδο. Είπα πως δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτά που μου είπε και τις συμβουλές που μου έδωσε και πως θα πετάξω από πάνω μου την εικόνα του φοβισμένου παιδιού.

Δύο μέρες μετά σταμάτησα κάθε φαρμακευτική αγωγή με δική μου πρωτοβουλία. Δεν είχα κανένα σύμπτωμα απόσυρσης και ένιωσα πολύ δυνατή με αυτή μου την απόφαση. Κατάλαβα πως τα χάπια δεν θα μου έλυναν κανένα πρόβλημα, ήταν απλά μία ανακούφιση σε ό,τι περνούσα. Είπα στον εαυτό μου ότι δεν θα επιτρέψω να ζω με χάπια, δεν τα έχω ανάγκη και ήθελα να δω πως θα είμαι χωρίς αυτά…και ήμουν πολύ καλύτερα. Όταν αποφασίσεις να αποχωριστείς τις κρίσεις πανικού όσα έκανες πριν από αυτές, το πώς ζούσες πριν από αυτές δεν είναι πλεόν αυτονόητο. Χρειάζεται να χτίσεις μέσα σου από την αρχή τις βάσεις. Για παράδειγμα εγώ θεωρούσα αυτονόητο να οδηγώ το αμάξι κάθε μέρα για τις υποχρεώσεις μου, μετά τις κρίσεις χρειαζόμουν να πιστέψω σε μένα πως μπορώ να μπω στο αμάξι και δεν θα πάθω τίποτα, χρειαζόμουν να χτίσω εκ νέου την εμπιστοσύνη με τον εαυτό μου ότι δεν θα μου συμβεί κάτι αν μπω στο μετρό, αν βρεθώ σε ένα μέρος όπου θα υπάρχει πολύς κόσμος. Δεν είναι εύκολο αλλά δεν είναι και αδύνατο. Ένα βήμα τη φορά, ζόριζα τον εαυτό μου με το να κάνω όσα φοβόμουν και να απομυθοποιήσω τον ίδιο το φόβο.

Αυτή τη στιγμή οι κρίσεις πανικού έχουν σχεδόν εξαλιφθεί όμως δεν σταματάω εδώ. Ξέρω πως χρειάζομαι λίγο ακόμα χρόνο και θα ανήκουν στο παρελθόν. Κατάλαβα πως ο φόβος είμαι εγώ. Ίσως είναι λάθος να λες φοβάμαι ή είμαι φοβισμένη γιατί τότε αποσπάσαι από το ίδιο το συναίσθημα και είναι σαν κάποιος άλλος παράγοντας να σε κατευθύνει. Ο φόβος είμαστε εμεις. Ο φόβος είναι η μεταμφίεση των συναισθημάτων που νιώθουμε και δεν μπορούμε να τα εκφράσουμε. Όταν για παράδειγμα είσαι θυμωμένος και δεν το εκφράζεις και αυτό γίνεται για πολύ καιρό, θα μεταμφιεστεί ο θυμός σε κάτι άλλο προκειμένου να εξωτερικευτεί. Πιστεύω όμως πως υπάχουν και θετικά στους ανθρώπους με ανάλογες εμπειρίες. Οι κρίσεις πανικού με έκαναν να μιλήσω για όσα δεν ανεχόμουν αλλά υπέμενα, με έκαναν πιο δυνατή, με έκαναν να μπορώ να ελέγχω το μυαλό μου και τα συναισθήματά μου και με έκαναν να αγαπώ τη ζωή. Πλέον μπορώ να αναγνωρίσω καταστάσεις που με βλάπτουν ψυχικά και να αμύνομαι στην τοξικότητα που υπάρχει γύρω μου.

Γιολάντ