Feugiat nulla facilisis at vero eros et curt accumsan et iusto odio dignissim qui blandit praesent luptatum zzril.
+ (123) 1800-453-1546
info@example.com

Related Posts

Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας

Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον

Περισσότερα

Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/η παρορμητικότητας (ΔΕΠ-Υ) σε παιδιά και ενήλικες

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην

Περισσότερα

Σχολικός εκφοβισμός και παράγοντες ψυχικής ανθεκτικότητας

Ο σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και

Περισσότερα
Title Image
HomeBlog Γιατί παθαίνω κρίσεις πανικού;

Γιατί παθαίνω κρίσεις πανικού;

Η διαταραχή πανικού χαρακτηρίζεται από αυτόματες και αιφνίδιες κρίσεις πανικού με έντονα σωματικά συμπτώματα. Πολύ συχνά συνοδεύεται από την εμφάνιση αγοραφοβίας, δηλαδή από φόβο έκθεσης σε δημόσιους χώρους στους οποίους θεωρείται δύσκολη η διέξοδος.

Ένα σύνολο παραγόντων ευθύνεται για την εμφάνιση των κρίσεων πανικού:

Βιολογικοί παράγοντες: έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει ανωμαλία στη δομή και λειτουργία του εγκεφάλου σε άτομα που παθαίνουν κρίσεις πανικού. Ακόμα υπάρχουν συγκεκριμένες ουσίες και ιατρικές παθήσεις (πχ. υπο-/υπερθυρεοειδισμος) που προκαλούν πανικό.

Γενετικοί παράγοντες: σύμφωνα με μελέτες, οι συγγενείς πρώτου βαθμού των ασθενών με διαταραχή πανικού έχουν 4-8 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν την διαταραχή σε σύγκριση με συγγενείς άλλων ψυχιατρικών ασθενών.

Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες: έχει βρεθεί ότι η έναρξη πανικού σχετίζεται με περιβαλλοντικούς ή ψυχολογικούς παράγοντες, όπως στρεσογόνα γεγονότα ζωής (πχ. απόλυση, πένθος κ.α.). Αν και μια κρίση πανικού μπορεί να συμβεί σε καταστάσεις που δεν υπάρχει σαφές εκλυτικό αίτιο, συχνά οι ασθενείς αναφέρουν ότι βρίσκονται σε δύσκολη φάση ζωής. Τόσο οι ψυχαναλυτικές, όσο και οι γνωσιακές-συμπεριφοριστικές θεωρίες έχουν συμβάλλει στην καλύτερη επεξήγηση της διαταραχής:

  • Γνωσιακή-συμπεριφοριστική θεωρία: τα άγχος θεωρείται αντίδραση που «μαθαίνεται» είτε ως μίμηση της γονεϊκής συμπεριφοράς, είτε ως αποτέλεσμα «κλασικής εξάρτησης». Στα πλαίσια της κλασικής εξάρτησης, ένα βλαπτικό ερέθισμα που συμβαίνει σε ένα ουδέτερο ερέθισμα οδηγεί στην σύνδεσή τους και την αποφυγή του ουδέτερου ερεθίσματος. Δηλαδή, αν το άτομο πάθει κρίση πανικού (βλαπτικό ερέθισμα) μέσα στο λεωφορείο (ουδέτερο ερέθισμα), θα αποφεύγει να βρεθεί στην ίδια κατάσταση γιατί θα φοβάται ότι θα ξαναπάθει κρίση. Σύμφωνα με άλλες συμπεριφοριστικές θεωρίες, αν το άτομο αισθανθεί κάποιο σωματικό σύμπτωμα (πχ. εφίδρωση), θα το θεωρήσει πρόδρομο της κρίσης πανικού, με αποτέλεσμα να αγχωθεί περισσότερο και τελικά να προκληθεί κρίση.
  • Ψυχαναλυτικές θεωρίες: το άγχος συνδέεται με τραυματικές απώλειες και άγχος αποχωρισμού κατά την παιδική ηλικία. Καθώς το άτομο βρίσκεται σε έναν δημόσιο χώρο, αναβιώνει αυτά τα αισθήματα εγκατάλειψης από την παιδική ηλικία που οδηγούν σε κρίση πανικού.

Η διαταραχή πανικού χαρακτηρίζεται από αυτόματες και αιφνίδιες κρίσεις πανικού με έντονα σωματικά συμπτώματα. Πολύ συχνά συνοδεύεται από την εμφάνιση αγοραφοβίας, δηλαδή από φόβο έκθεσης σε δημόσιους χώρους στους οποίους θεωρείται δύσκολη η διέξοδος.

Ένα σύνολο παραγόντων ευθύνεται για την εμφάνιση των κρίσεων πανικού:

Βιολογικοί παράγοντες: έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει ανωμαλία στη δομή και λειτουργία του εγκεφάλου σε άτομα που παθαίνουν κρίσεις πανικού. Ακόμα υπάρχουν συγκεκριμένες ουσίες και ιατρικές παθήσεις (πχ. υπο-/υπερθυρεοειδισμος) που προκαλούν πανικό.

Γενετικοί παράγοντες: σύμφωνα με μελέτες, οι συγγενείς πρώτου βαθμού των ασθενών με διαταραχή πανικού έχουν 4-8 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν την διαταραχή σε σύγκριση με συγγενείς άλλων ψυχιατρικών ασθενών.

Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες: έχει βρεθεί ότι η έναρξη πανικού σχετίζεται με περιβαλλοντικούς ή ψυχολογικούς παράγοντες, όπως στρεσογόνα γεγονότα ζωής (πχ. απόλυση, πένθος κ.α.). Αν και μια κρίση πανικού μπορεί να συμβεί σε καταστάσεις που δεν υπάρχει σαφές εκλυτικό αίτιο, συχνά οι ασθενείς αναφέρουν ότι βρίσκονται σε δύσκολη φάση ζωής. Τόσο οι ψυχαναλυτικές, όσο και οι γνωσιακές-συμπεριφοριστικές θεωρίες έχουν συμβάλλει στην καλύτερη επεξήγηση της διαταραχής:

  • Γνωσιακή-συμπεριφοριστική θεωρία: τα άγχος θεωρείται αντίδραση που «μαθαίνεται» είτε ως μίμηση της γονεϊκής συμπεριφοράς, είτε ως αποτέλεσμα «κλασικής εξάρτησης». Στα πλαίσια της κλασικής εξάρτησης, ένα βλαπτικό ερέθισμα που συμβαίνει σε ένα ουδέτερο ερέθισμα οδηγεί στην σύνδεσή τους και την αποφυγή του ουδέτερου ερεθίσματος. Δηλαδή, αν το άτομο πάθει κρίση πανικού (βλαπτικό ερέθισμα) μέσα στο λεωφορείο (ουδέτερο ερέθισμα), θα αποφεύγει να βρεθεί στην ίδια κατάσταση γιατί θα φοβάται ότι θα ξαναπάθει κρίση. Σύμφωνα με άλλες συμπεριφοριστικές θεωρίες, αν το άτομο αισθανθεί κάποιο σωματικό σύμπτωμα (πχ. εφίδρωση), θα το θεωρήσει πρόδρομο της κρίσης πανικού, με αποτέλεσμα να αγχωθεί περισσότερο και τελικά να προκληθεί κρίση.
  • Ψυχαναλυτικές θεωρίες: το άγχος συνδέεται με τραυματικές απώλειες και άγχος αποχωρισμού κατά την παιδική ηλικία. Καθώς το άτομο βρίσκεται σε έναν δημόσιο χώρο, αναβιώνει αυτά τα αισθήματα εγκατάλειψης από την παιδική ηλικία που οδηγούν σε κρίση πανικού.