Ψυχική ανθεκτικότητα: Παράγοντες ανάπτυξης και επικινδυνότητας
Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον
ΠερισσότεραΗ διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην
ΠερισσότεραΟ σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και
ΠερισσότεραΗ πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του σε τραυματικά γεγονότα. Τα στρεσογόνα γεγονότα της ζωής, το τραύμα και οι χρόνιες αντιξοότητες μπορεί
Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και/ ή υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και παραμένει στην ενήλικη ζωή του ατόμου. Λόγω της συμπτωματολογίας της μπορεί να επηρεάζει σημαντικά την ακαδημαϊκή πορεία, την ευημερία και τις κοινωνικές
Ο σχολικός εκφοβισμός και η θυματοποίηση από συνομηλίκους αποτελεί ένα πρόβλημα, το οποίο αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι εντός, αλλά και εκτός σχολικού πλαισίου σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο Olweus (1994) ορίζει την θυματοποίηση ως την επανειλημμένη έκθεση για μεγάλο χρονικό διάστημα
Η ψυχική ευεξία αποτελεί ένα κεντρικό ζήτημα στον τομέα της θετικής ψυχολογίας, συνιστά ωστόσο μία πολύπλευρη έννοια, με αποτέλεσμα να έχουν αναπτυχθεί κατά καιρούς αρκετές θεωρητικές προσεγγίσεις ως προς τον ορισμό, την μέτρηση και τα συστατικά που την αποτελούν. Η ευεξία
Η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή απασχολεί περίπου το 1% έως 3% του γενικού πληθυσμού και χαρακτηρίζεται από ανεπιθύμητες, επαναλαμβανόμενες και αγχωτικές σκέψεις ή/και επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά που προκαλεί ταλαιπωρία και παρεμβαίνει την καθημερινή ζωή ενός ασθενούς, προκαλώντας προβλήματα στην επαγγελματική ζωή του ατόμου,
Η οριακή ή παλαιότερα γνωστή ως μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζεται από έντονη αστάθεια στις διαπροσωπικές σχέσεις. στην αίσθηση της ταυτότητας και στα συναισθήματα, όπως και από την εμπλοκή σε παρορμητικές ή επικίνδυνες συμπεριφορές. Πολλά από αυτά τα συμπτώματα πιστεύεται ότι σχετίζονται με δυσκολίες στην ρύθμιση του συναισθήματος, συμπεριλαμβανομένης της υψηλής ευαισθησίας σε συναισθηματικά ερεθίσματα, της υψηλής έντασης συναισθηματικών αποκρίσεων και της καθυστερημένης επιστροφής στην συναισθηματική βάση. Η ελλιπής πρόσβαση σε αποτελεσματικές στρατηγικές ρύθμισης του συναισθήματος έχει υποστηριχθεί ότι αποτελεί, εν μέρει, τη βάση για τα υψηλά ελλείμματα που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες από οριακή διαταραχή.
Το άγχος ασθενείας (προηγουμένως γνωστό ως υποχονδρίαση), είναι μια ψυχιατρική διαταραχή που ορίζεται από την υπερβολική ανησυχία για την ύπαρξη ή την ανάπτυξη μιας σοβαρής, αδιάγνωστης ιατρικής πάθησης. Τα άτομα με άγχος υγείας βιώνουν επίμονο άγχος στο ενδεχόμενο να πάσχουν ή να αναπτύξουν μία σοβαρή ιατρική ασθένεια, το οποίο επιμένει παρά τα φυσιολογικά αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων, με αποτέλεσμα να διαταράσσεται σημαντικά η καθημερινότητά τους. Χαρακτηριστικό των πασχόντων από τη συγκεκριμένη διαταραχή είναι η επικέντρωση της προσοχής τους σε φυσιολογικές σωματικές αντιδράσεις (όπως πχ αυτές της πέψης ή της εφίδρωσης) και η παρερμηνεία αυτών των αισθήσεων ως σύμπτωμα σοβαρής ασθένειας. Τα ακριβή αίτια για την ανάπτυξη της διαταραχής άγχους ασθενείας παραμένουν άγνωστα, ωστόσο έχουν βρεθεί στην διεθνή βιβλιογραφία ορισμένοι παράγοντες επικινδυνότητας για την εμφάνιση αυτής της διαταραχής. Συγκεκριμένα:
Η αποπροσωποποίηση αποτελεί μία εμπειρία όπου το άτομο βιώνει την αίσθηση του εξωπραγματικού, την αίσθηση απόσπασης ή την αίσθηση ότι είναι εξωτερικός παρατηρητής των σκέψεων, των συναισθημάτων, των αισθήσεων, του σώματος ή των πράξεων του. Συχνά συνοδεύεται από την εμπειρία
Η X ήταν ένα 8χρονο κορίτσι χωρίς γνωστό ψυχιατρικό ιστορικό που παρουσιάστηκε στην κλινική για αρχική ψυχιατρική αξιολόγηση συνοδευόμενη από τη μητέρα της, η οποία είχε ανησυχίες για τις ακαδημαϊκές επιδόσεις και τη συμπεριφορά της στο σχολείο. Η μητέρα της
Ένα τραυματικό γεγονός είναι ένα τρομακτικό, επικίνδυνο ή βίαιο γεγονός που αποτελεί απειλή για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα ενός παιδιού. Η παρακολούθηση ενός τραυματικού γεγονότος που απειλεί τη ζωή ή τη σωματική ασφάλεια ενός αγαπημένου προσώπου μπορεί επίσης να
Η πλειοψηφία των ανθρώπων έρχεται αντιμέτωπη με στρεσογόνες καταστάσεις και αντιξοότητες κατά την διάρκεια της ζωής του και εκτίθεται τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του σε τραυματικά γεγονότα. Τα στρεσογόνα γεγονότα της ζωής, το τραύμα και οι χρόνιες αντιξοότητες μπορεί να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία και τη δομή του εγκεφάλου και ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη διαταραχής μετατραυματικού στρες (PTSD), κατάθλιψης και άλλων ψυχιατρικών διαταραχών. Ωστόσο δεν αναπτύσσουν όλα τα άτομα, τα οποία έρχονται αντιμέτωπα με τέτοιου είδους καταστάσεις ψυχικές διαταραχές, με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι τα άτομα που καταφέρνουν να προσαρμόζονται με επιτυχία σε δύσκολες και αντίξοες συνθήκες, επιδεικνύουν ψυχική ανθεκτικότητα. Έτσι, η ανθεκτικότητα ως επιτυχημένη προσαρμογή βασίζεται σε αποτελεσματικές απαντήσεις στις περιβαλλοντικές προκλήσεις και στην αντίσταση στις βλαβερές συνέπειες του στρες.
Σύμφωνα με τους Rirkin & Hoopman (1991), η ψυχική ανθεκτικότητα ορίζεται ως η ικανότητα του ατόμου να αναγεννάται, να επανέρχεται, να προσαρμόζεται με επιτυχία στο περιβάλλον, παρά τις αντιξοότητες και να αναπτύσσει κοινωνική, ακαδημαϊκή και επαγγελματική επάρκεια, παρά την έκθεσή του σε έντονο στρες ή στις αγχογόνες καταστάσεις που είναι εγγενείς στο σύγχρονο κόσμο. Σύμφωνα με έναν πιο πρόσφατο ορισμό της Masten (2018) η έννοια της ανθεκτικότητας ορίζεται γενικά ως η ικανότητα ενός δυναμικού συστήματος να αντέχει ή να ανακάμπτει από σημαντικές προκλήσεις που απειλούν τη σταθερότητα, τη βιωσιμότητα ή την ανάπτυξή του. Η ανθεκτικότητα αντανακλά πόρους και διαδικασίες που μπορούν να εφαρμοστούν για την αποκατάσταση της ισορροπίας, την αντιμετώπιση των προκλήσεων ή τον μετασχηματισμό του οργανισμού.
Τα ευρήματα αρκετών διαχρονικών μελετών κατέδειξαν τις επιπτώσεις του αναπτυξιακού περιβάλλοντος στην οικοδόμηση της ανθεκτικότητας. Συγκεκριμένα, βασικοί παράγοντες, όπως η θετική οικογενειακή λειτουργία και οι σχέσεις με τους συνομηλίκους, οι συνδέσεις με υποστηρικτικούς ενήλικες και φιλικούς ρομαντικούς συντρόφους, η θέσπιση στόχων, η αυτοπειθαρχία και η γνωστική ικανότητα στην παιδική και εφηβική ηλικία, αποτελούν προστατευτικούς παράγοντες και συμβάλλουν στην ανάπτυξη την ανθεκτικότητας στην ενήλικη ζωή.
Αντίθετα, παιδιά με ιστορικό κακομεταχείρισης, καθώς και παιδιά που έχουν βιώσει έκθεση σε πολεμικό περιβάλλον και αντίστοιχες τραυματικές εμπειρίες, παρουσίασαν χαμηλότερα ποσοστά ανθεκτικότητας σε σχέση με τα παιδιά που δεν βίωσαν παρόμοια γεγονότα.
Γενικότερα, οι καθοριστικοί παράγοντες για την ανάπτυξη της ανθεκτικότητας περιλαμβάνουν νευροβιολογικές, γενετικές, ιδιοσυγκρασιακές και περιβαλλοντικές επιρροές. Συγκεκριμένα, ως προστατευτικοί παράγοντες που προάγουν την ανάπτυξη της ανθεκτικότητας, θα μπορούσαν να αναφερθούν ατομικά χαρακτηριστικά, όπως η ιδιοσυγκρασία, ο δεσμός με τον βασικό φροντιστή, οι δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων, η ικανότητα αυτορρύθμισης, η αυτοεκτίμηση, αλλά και οι οικογενειακές συνθήκες, οι οποίες περιλαμβάνουν την θετική και υποστηρικτική αλληλεπίδραση μεταξύ των γονέων και του παιδιού, την οικογενειακή συνοχή, την κοινωνική υποστήριξη, την προσφορά ενός πλούσιου σε ερεθίσματα περιβάλλοντος, αλλά και ένα σταθερό και επαρκές εισόδημα.
Τέλος, σημαντικούς προστατευτικούς παράγοντες μπορεί να αποτελέσουν και κοινοτικοί παράγοντες, όπως τα προγράμματα έγκαιρης πρόληψης και παρέμβασης, η εξασφάλιση ασφάλειας στις γειτονιές, σχετικές υπηρεσίες υποστήριξης, εγκαταστάσεις αναψυχής και αντίστοιχα προγράμματα, η προσβασιμότητα σε επαρκείς υπηρεσίες υγείας, οι οικονομικές ευκαιρίες για οικογένειες και τέλος η δυνατότητα συμμετοχής σε θρησκευτικές και πνευματικές οργανώσεις. Αντίθετα, βιολογικοί παράγοντες, όπως το χαμηλό βάρος κατά τη γέννηση και συγγενείς γενετικές ανωμαλίες και περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως οι συνθήκες φτώχειας, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των γονιών, οι συγκρούσεις εντός της οικογένειας, καθώς και οι φυλετικές διακρίσεις, εντάσσονται στους παράγοντες επικινδυνότητας.
Βιβλιογραφία
Burt, K. B., & Paysnick, A. A. (2012). Resilience in the transition to adulthood. Development and psychopathology, 24(2), 493–505. https://doi.org/10.1017/S0954579412000119
Masten A. S. (2018). Resilience theory and research on children and families: Past, present, and promise: Resilience theory and research. Journal of Family Theory & Review, 10(1), 12–31. https://doi.org/10.1111/jftr.12255
Rirkin, M., & Hoopman, M. (1991). Moving beyond Risk to Resiliency. MN: Minneapolis Public School.
Zolkoski, S. M., & Bullock, L. M. (2012). Resilience in children and youth: A review. Children and Youth Services Review, 34(12), 2295–2303. https://doi.org/10.1016/j.childyouth.2012.08.009